Παρασκευή, Απριλίου 01, 2005

Κεφάλαιο τέσσερα: @ Paros.

Τρεις μέρες στο παράδεισο, τελευταίο μέρος της Οδύσσειας.
(Τα προηγούμενα κεφάλαια: Το Πρώτο | Το Δεύτερο | Το Τρίτο)

Εν τάχει, λέξεις κλειδιά (για να συννενοούμαστε):

Φαϊ:
Στον Χανιώτη, για να φας χαμπουργκεράκι νόστιμο, ζουμερό, και κυρίως, φτιαγμένο απο αγνά υλικά. Ολη η Παροικιά περνάει απο εκεί. Εκτός απο τα χάμπουργκερ, φτιάχνει και μαγευρευτά φαγητά, πίτσες, μακαρονάδες κ.λ.π.

Στην Denise, στο Gellati Sulla Luna, για παγωτό. Μαγεία. Η Denise, ιταλίδα στην καταγωγή, φτιάχνει από τα πιο νόστιμα παγωτά που έχω φάει ποτέ. Μυστήριες γεύσεις (π.χ. παστέλι), μεγάλες ποσότητες, αλλά και πολυ υγιεινά, γιατί τα φτιάχνει μόνη της. Πολύ καλή παρέα επίσης. Πολλές φορές, βλέπω στα μάτια της την σιγουριά της μάνας μου.


Λεφτά:
Δεν υπάρχει δεκάρα τσακιστή. Για όλα πληρώνει ο Νίκος (άγιο αυτό το παιδί, άγιο) ο οποίος με φιλοξενεί κιόλας. Και κερνάει και ποτάκια. Παραπάνω απο ότι πρέπει, όπως θα δείξει η ιστορία.



Χώροι:
Budha. Το club της Παροικιάς. Καλά, ε; Δεν το συζητάμε. Χωρίς τουρίστες η επαρχία σε χτυπάει κατακέφαλα. Τρεις φορές να πας, τους έχεις δεί όλους. Τα ποτά τα φοβάσαι (αλλά εγώ είχα βύσμα, οπότε δεν μπορώ να μιλήσω με γεγονότα), οι άντρες μαγκάκια, οι γυναίκες άψαχτες. Το παίρνω πίσω: Αγόρια και κορίτσια, όχι γυναίκες και άντρες.

Saloon. Το αντίθετο του Budha. Δεν είναι ακριβώς club, μπαράκι είναι, παίζει μόνο ροκάκια, όπως κάθε μαγαζί που σέβεται τον εαυτό του, τα ποτά είναι καθαρά (αν και αυτά τα πράγματα αλλάζουνε με τον καιρό, ποτέ δεν ξέρεις), έχει ξένους. Μοιάζει με το Budha μόνο στο ότι έχει αγοράκια και κοριτσάκια.

Γραφείο:
Ο Νίκος είναι και ασφαλιστής. Στην Πάρο δύσκολα είσαι μόνο αυτό. Ως ασφαλιστής (τα 'χουμε ξαναπει, είναι καλός ο κερατάς, δεν το περίμενα) προσπαθεί να φτιάξει βάση δεδομένων με τους πελάτες του. Τι δουλειά έχει ένας web designer να φτιάχνει βάσεις; Ε, τόσα έκανε για μένα. Μην βαράς Βασίλη, καλή δουλειά του έκανα (νομίζω). Αυτός θα την χαλάσει μετά. Επανέρχομαι. Γραφείο: Ως ασφαλιστής, έχει και ένα γραφείο στην Παροικιά. Χώρος γραφείου και με κρεβάτι, κουζίνα, μπάνιο. Κάθε φορά που ανάβεις το φως στο μπάνιο μπιζζάρει ένας ανεμιστήρας - και επειδή δεν είχαν ντροπές οι παριανοί όταν τα χτίζανε, ο ανεμιστήρας κοιτάει στον δρόμο, μπροστά απο το σπίτι. Κάθε τουρίστας που περνάει απο 'κει, ξέρει με ακρίβεια τι ώρα πας για κατούρημα. Αν δε, σου έρθει έμπνευση για κάτι άλλο, ξέρει και τι έφαγες χθες.

Πρώτη μέρα, Παρασκευή. Μεσημέρι, φαϊ στου Χανιώτη. Ο Νίκος θέλει να με ψήσει να κοιτάξουμε την βάση - εγώ πάλι θέλω ουρανό και θάλασσα. Καθόμαστε σε ένα απο τα καινούργια μαγαζιά που είναι στην παραλία, αλλά σε όροφο.

Με σερβίρει η Ελένη. Αχχχχ... Δεν είναι θεά, αλλά πολύ ζεστή, φιλική, και γήινα όμορφη. Μετά μαθαίνω (όλο μετά τα μαθαίνω ρε πούστη μου) οτι είναι και η γκόμενα/γυναίκα του αφεντικού του μαγαζιού, που ειρήσθω εν παρόδω με ξέρει - αλλά δεν τον θυμάμαι. Κάνουμε πλάκα (με την Ελένη, όχι με τον μυστήριο) και νιώθω τρελά άνετα. Φοράει και πουκάμισο... Αχχχ. Που είναι η δική μου; Η ολοδική μου; Τέλος πάντων.

Θέλω ήλιο, σχεδόν απεγνωσμένα. Καμιά φορά, νιώθω σαν φυτό, που έχει ανάγκη τον ήλιο. Ο Νίκος τον έχει δει υπερβολικά εκεί στο νησί - εμένα μου λείπει. Αυτός κάθετε στην σκιά, εγώ στον ήλιο. Θα το πληρώσω μετά αυτό - αλλά χαλάλι.

Το πιαμε και το αναψυκτικό μας; Πάει. Πάμε για παγωτό; Πάμε.

H Denise παθαίνει πλάκα που με βλέπει. Οι δουλειές της ξεκίνησαν καλά, το μαγαζί δουλεύει απο τώρα. Άλλαξε και τις καρέκλες έξω, και μοιάζει να μεγάλωσε - τις το λέω, μου λέει οτι όλοι το έχουν προσέξει, αλλά το μόνο που έχει αλλάξει, είναι η σειρά των τραπεζιών. Για δες, μια μικρή αλλαγή, πως μεταμορφώνει...

Μέχρι το απόγευμα, περπατάμε. Έχουμε πολλά να πούμε, γεγονότα και αναμνήσεις. Αν μου αρέσει μία φορά το περπάτημα στην Αθήνα, φαντάζεστε στην Πάρο. Ο Νίκος παραδόξως αντέχει - τώρα τελευταία, όλο και περισσότερο περπατάει. Πρέπει να γκρινιάξω βέβαια λίγο - αλλά μόνο λίγο.

Το βράδυ, οταν το νησί έχει κόσμο, ο Νίκος δουλεύει και στο Budha "τσεκαδόρος". Δεν είμαι σίγουρος τι είναι αυτό - θα μάθω το επόμενο βράδυ. Σήμερα δεν προβλέπεται να έχει δουλειά το μαγαζί, συνεπως δεν δουλεύει.

Παλεύω για το φαϊ μου. Πηγαίνουμε στο γραφείο, κάθομαι στην Access και φτιάχνουμε μαζί μια βάση δεδομένων για τους πελάτες του Νίκου - μέχρι τις δυόμισι-τρεις. Υστερα δεν θα πάμε Budha - αντιθέτως, ροκάκια στο Saloon.

O dj είναι ο πιο μουρλός άνθρωπος που θα συναντήσω στο νησί. Καλοπροέραιτα το λέω - αλλά είναι. Το μαγαζί έχει έξι - επτά άτομα, και χωράει δεκαπλάσιους. Μπορεί να μοιάζει άδειο - αλλά μου είναι τόσο απαραίτητο εκείνη την στιγμή, που μοιάζει με μήτρα.

Γήινο μέρος. Τα χρώματα σιγανά, η μουσική τέλεια (ο dj μας ρωτάει τι θέλουμε να ακούσουμε, εγώ προτείνω Rolling Stones, θέλω το Out Of Control - μου βάζει το Angie), κάποια στιγμή έρχονται και άλλοι πελάτες, μια τουρίστρια μοιάζει χαριτωμένη (κάθε άλλο) αλλά guess what ο μυστήριος που με κοιτάει άγρια έχει άλλα σχέδια για αυτήν απόψε.

Κατά τις 4.30-5 την πουλεύουμε. Time for ypnos.

Εχω βάλει ξυπνητήρι στις 10 - παπάρια. Στις μία ανοίγει το ένα μάτι, στις μιάμισι το άλλο. Βασικά, την πάτησα και με τον Νίκο: θα ξυπνήσουμε ρε; του λέω. Θα ξυπνήσω εγώ - μην ανησυχείς. Πέφτει το φώς την μέρας στα μάτια μου.

Ναι αμέ; Οταν ξυπνάω ανακαλύπτω οτι έχει κλείσει τα πάντα στο δωμάτιό του - το απόλυτο σκότος. Σαν το πείραμα με την γάτα, δεν ξέρω καν αν είναι εκεί.

Ο άρχοντας του σκότους.

Επίσης, ο ήλιος δεν ξηγήθηκε καλά. Ξεφλουδίζω. Λίγο. Στο καραφλό της κεφαλής. Δεν σκέφτηκα να βάλω αντιηλιακό, εμείς οι καραφλοί έχουμε όλον τον χρόνο ανάγκες τέτοιες, μυστήριες.

Anyway, πάμε για φαϊ, παρότι έχει πάει σχεδόν απόγευμα. Μην ρωτήσετε που - στο σωστό μέρος. Μετά παγωτό, φυσικά, και μετά προετοιμασία για την εθνική το βράδυ. Εγώ γυρίζω τους δρόμους, έχει άπλετο φως, ουρανό, και χώρο για φωτογραφίες στο κινητό μου. Ούτε κρύο, ούτε ζέστη. Χάνομαι και βρίσκομαι στα στενά. Κόσμος μηδεν. Άδεια την λάτρεψα την Πάρο - όχι γεμάτη.

Ο Νίκος έχει πάει να παίξει με τον Γιώργο ένα παιχνίδι που πολεμάει ο ένας τον άλλο στον υπολογιστή, στρατηγικής. Οταν γυρίζω αντέχω να παρακολουθήσω για 10-15', μετά βαριέμαι.

Αρχίζει η εθνική. Με πιάνει ένα κλειστοφοβικό (εδω μέσα θα περάσω τις διακοπές μου;) και βαστάω μέχρι το πρώτο, βαρετό ημίχρονο. Φεύγουμε με τον Νίκο, ακούμε τα πανηγύρια στον δρόμο.

Ο Νίκος πηγαίνει στο Budha, για δουλειά. Κατά τις δύο, πάω και εγώ.

Τσεκαδόρος: αυτός που κοιτάει πόσα ποτά βάζουν οι μπάρμεν, ωστε να κάνουν μετά σύγκριση με τις εισπράξεις τους.

Ο Νίκος είναι γάτος. Βλέπει τα ποτά, ταυτόχρονα μιλάει μαζί μου και με μία δίμετρη, στο ύψος του. Πιασμένη, αλλιώς δεν θα μίλαγε μαζί μου καθόλου. Ενας πιτσιρικάς που τον γνωρίζει πιάνει κουβέντα μαζί μου - ε, λοιπόν απογοητεύομαι για την πνευματική κατάσταση της νέας γενιάς.

Οι κοπέλες δεν είναι για δεύτερη ματιά. Ούτε καν οι μπαργούμεν. Δίπλα μου μόνο μία αξιόλογη δεσποινίς, με μεγάλη παρέα αντρών - νιώθω πολύ γέρος για να χωθώ, όπως θα έκανα παλιά. Μου θυμίζει την ανιψιά του Τάσου - τώρα το πήρα χαμπάρι αυτό. Ο Νίκος φροντίζει να με σερβίρουν συνέχεια - και αμέσως. Πιάνω τον εαυτό μου να πίνει γρήγορα - δεν ξέρω να πίνω ο πούστης. Και τα ποτά έρχονται ανάμεσα στα υποβρύχια που κερνάει ο Νίκος, και στα σφηνάκια τεκίλας που κερνάνε οι αλλοί. Μέχρι τις 5, έχω γίνει χά-λια.

Φεύγω. Με οχτάρια και αδειασμένο στομάχι, γυρίζω σπίτι χωρίς να βρω ούτε ένα μαγαζί να φάω κάτι. Στον άλλο δρόμο έχει, αλλά τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.

Στέλνω μήνυμα στον Νίκο: Εφυγα, είμαι χάλια, αμα βρεις φαϊ φέρε.

Με το ζόρι φτάνω. Γδύνομαι, αφήνω την πόρτα ξεκλείδωτη, για να μην με ξυπνήσει ο άλλος προσπαθώντας να μπει, ξαπλώνω. Κοιμάμαι πιο γρήγορα και απο αστραπή.

Με ξυπναει ο Νίκος κατά τις έξι, με φαϊ στα χέρια. Τυροπιττούλα. Να αγιάσεις άνθρωπέ μου.

Να αγιάσεις με όλα αυτά που σου έκανα - χωρίς να τα θυμάμαι καθόλου την επόμενη μέρα.

Διότι, η ιστορία λέει, αλλά εγώ δεν παραδέχομαι καθώς δεν ενθυμούμαι, οτι με πήρε τηλέφωνο εκειδα που κοιμόμουνα, με ξύπνησε (ο μπαγάσας, πως τα κατάφερε;) και ενώ αυτός είχε φτάσει μέχρι την πόρτα του σπιτού, του είπα πως ήμουν στο γραφείο. Επιστρέφει στο γραφείο, κάπου ένα δεκάλεπτο δρόμο με το αμάξι, όπου και βρίσκει κλειστά. Με ξαναπαίρνει, με ξυπνάει (ο μπαγάσας, πως τα κατάφερε;) και επιβεβαιώνει οτι είμαι σπίτι και κοιμάμαι του καλού καιρού. Ερχεται - και φέρνει και φαϊ.

Anyway, εγώ δεν θυμάμαι τίποτα.

Την επόμενη μέρα, ξυπνάω καλά. Λίγο χάλια στομαχικώς, αδειάζω ένα μπουκάλι νερό με την μία. Στο μαγαζί του άλλου Νίκου, που παντρεύεται, ο μπαγάσας, το Πάσχα, πίνω έναν χυμό μπανάνα. Απο τον Βασίλη τα έμαθα αυτά, το λέω.

Πάμε για φαϊ. Που; Τι που; Τα ίδια θα λέμε; Παγωτό. Μετά κουτσομπολιό. Apparently, η μαυρομάλλα γκαρσόνα στο Budha, εχθές το βράδυ πλακώθηκε με μία πρώη γκαρσόνα και νυν πελάτισσα. Μπουκάλια φύγανε, μπουνιές - κλωτσιές πέσανε, μεγάλα γλέντια. Επιβεβαιώνω οτι είχα φύγει όταν έγινε ο σαματάς και τον δεν ξέχασα οινοπευματωδώς.

Η κουβέντα γίνεται με την πρώην. "Τα 'θελε και τα 'παθε, η παλιοαθηναία" και τέτοια.Εγώ το παίζω σοφός - και μιλάω σπάνια, ενώ ακούω τα πάντα. Φτιάχνω σενάρια, που και που τα πετάω, πέφτω μέσα.

Μιλάει το Southern μάλλον, ακόμα.

Το βράδυ ετοιμάζω τα πράγματά μου. Φαϊ. Μην λέμε πάλι τα ίδια. Παίρνω και ένα έξτρα, για την Αθήνα, όταν φτάσω θα είναι πρωϊ και θα πεινάω. Χάλια θα είναι αλλά για την ανάμνηση βρε αδελφέ.

Το καράβι έρχεται στην ώρα του. Θα ταξιδέψω βράδυ. Ολα μου πάνε (για άλλη μία φορά) δεξιά: Το καράβι δεν έχει κόσμο, εκεί που είμαι δεν κάνει κρύο. Κοιμάμαι πάντως λίγο - μάλλον η υπερένταση. Ξημέρωμα. Αθήνα.

Αθήνα.

Τούτο το blog έχει μεταφερθεί στην διεύθυνση http://www.arkoudos.com/... Δεν έχει νόημα να κάνετε comment εδώ, αντιθέτως, αναζητήστε το ίδιο Post στο καινούργιο site!

5 Comments:

Blogger ka8y said...

Σε ζήλεψα μόνο και μόνο για τις βόλτες στο φως, αμα αρχίσω να σκέφτομαι και τα υπόλοιπα άστο, πάω για φούντο!

4/01/2005 08:02:00 μ.μ.  
Blogger Your Man said...

Συγγνώμη, να κάνω μια ερώτηξη.

Ο Χανιώτης με τα μπέργκερ είναι άλλος από τον Χανιώτη με τα γλυκά με την κόρη του οποία βγήκα χτες;

4/01/2005 08:37:00 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Επαιδή από ό,τι βλέπω ο αρκούδος δεν απαντά στην ερώτηξη. Υπάρχουν δύο Χανιώτηδες αδέλφια. Υπάρχουν και δύο μαγαζιά το ένα δίπλα στο άλλο, εστιατόριο και ζαχαροπλαστείο. Εγώ ήμουν πάντα του δέυτερου. Τυρόπιτα Χανιώτη, μονσδική. Με ποια από τις δύο κόρες βγήκες, τη μεγάλη ή τη μικρή;

4/02/2005 05:43:00 π.μ.  
Blogger arkoudos said...

Καλά τα λέει ο Jimmys.

Ευτυχώς που έχω τέτοιους ενημερωμένους αναγνώστες, και με καλύπτουν στις απουσίες μου.

4/04/2005 02:58:00 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Ρε συ! Πάχυνε ο Νίκος! 'Η τον παχαίνει η φωτό; Επίσης, σταμάτα τις φωτό από Πάρο! Δεν αντέχω!!!

4/07/2005 12:52:00 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home

Τούτο το blog έχει μεταφερθεί στην διεύθυνση http://www.arkoudos.com/... Οσες καταχωρήσεις υπάρχουν εδώ, μπορείτε να τις βρείτε και εκεί, και καλύτερες!